Αναδημοσίευση από το φύλλο Μαρτίου 2014 της εφημερίδας Marathonpress
«Ο Γιάννης Κουτσοπόδης ήταν ένας άντρας που
εργαζόταν ως ξυλοκόπος. Μια μέρα, ο Γιάννης αγόρασε ένα ηλεκτρικό πριόνι
πιστεύοντας ότι θα τον διευκόλυνε πολύ στη δουλειά. Η ιδέα του θα ήταν πολύ
επιτυχημένη, αν είχε προνοήσει να μάθει πρώτα να χειρίζεται το πριόνι -αλλά δεν
το έκανε.
Ένα πρωί, ενώ
δούλευε στο δάσος, το ουρλιαχτό ενός λύκου έκανε τον ξυλοκόπο να χάσει την
συγκέντρωση του… Το ηλεκτρικό πριόνι τού γλίστρησε από τα χέρια, και ο Γιάννης
τραυματίστηκε σοβαρά στα δυο του πόδια. Τίποτα δεν μπόρεσαν να κάνουν οι
γιατροί για να τα σώσουν, κι έτσι ο Γιάννης Κουτσοπόδης -σαν θύμα της
προφητικής μοίρας που έφερε τ’ όνομα του-, έμεινε ακρωτηριασμένος πάνω σε μια
αναπηρική πολυθρόνα για το υπόλοιπο της ζωής του.
Ο Γιάννης έπεσε
σε κατάθλιψη για πολλούς μήνες εξαιτίας του ατυχήματος. Μετά από ένα χρόνο,
φάνηκε ότι λίγο λίγο άρχιζε να καλυτερεύει. Ωστόσο, κάτι συνωμότησε ενάντια
στην ψυχική του ανάρρωση και, ξαφνικά, ξανάπεσε στη βαθιά και απύθμενη
κατάθλιψη. Οι γιατροί τον έστειλαν στον ψυχίατρο.
Ο Γιάννης
Κουτσοπόδης, αφού αντιστάθηκε λίγο, πήγε να επισκεφθεί τον ειδικό. Ο ψυχίατρος
ήταν ευχάριστος και ήρεμος. Ο Γιάννης ένιωσε αμέσως εμπιστοσύνη και του
διηγήθηκε εν συντομία τα γεγονότα που τον είχαν οδηγήσει σε αυτήν την
ψυχολογική κατάσταση. Ο ψυχίατρος του είπε πως καταλάβαινε την κατάθλιψη του. Η
απώλεια των ποδιών ήταν, πράγματι, μια αιτία που δικαιολογούσε την αγωνία του.
-
“Δεν είναι
αυτό, γιατρέ”, είπε ο Γιάννης. “Η κατάθλιψη μου δεν έχει να κάνει με την
απώλεια των ποδιών μου. Δεν είναι η αναπηρία που με ενοχλεί πιο πολύ. Αυτό που
με πονάει περισσότερο είναι η αλλαγή στη σχέση μου με τους φίλους μου.”
Ο ψυχίατρος
άνοιξε τα μάτια κι έμεινε να τον κοιτάζει περιμένοντας εξηγήσεις.
-
“Πριν το
ατύχημα, οι φίλοι μου έρχονταν κάθε Παρασκευή να με βρουν για να πάμε για χορό.
Μια-δυο φορές τη βδομάδα μαζευόμασταν για να βουτήξουμε στο ποτάμι και να παραβγούμε
στο κολύμπι. Μέχρι λίγες μέρες πριν από την εγχείρηση μου, πηγαίναμε τις
Κυριακές για τρέξιμο δίπλα στη θάλασσα. Ωστόσο, φαίνεται πως εξαιτίας αυτού του
ατυχήματος, όχι μόνο έχασα τα πόδια μου, αλλά και οι φίλοι μου έχασαν την όρεξη
τους να μοιράζονται πράγματα μαζί μου. Κανένας τους δεν με έχει ξανακαλέσει από
τότε, πουθενά.”
Ο ψυχίατρος τον
κοίταξε και χαμογέλασε. Του ήταν δύσκολο να πιστέψει ότι ο Γιάννης Κουτσοπόδης
δεν καταλάβαινε πόσο παράλογος ήταν ο συλλογισμός του… Ωστόσο, ο ψυχίατρος αποφάσισε
να του μιλήσει ανοιχτά για την περίπτωση του. Αυτός ήξερε καλύτερα απ’ όλους
ότι το μυαλό κρύβει ειδικούς μηχανισμούς που μπορεί να καταστήσουν κάποιον
άνθρωπο εντελώς ανίκανο να αντιληφθεί τα προφανή και αυτονόητα.
Ο ψυχίατρος
εξήγησε στον Γιάννη Κουτσοπόδη ότι οι φίλοι του δεν τον απέφευγαν επειδή δεν
τον αγαπούσαν ή επειδή τον απέρριπταν. Αν και ήταν οδυνηρό, το ατύχημα είχε
αλλάξει την πραγματικότητα. Είτε του άρεσε είτε όχι, δεν ήταν πια ο ιδανικός
σύντροφος για όσα μοιράζονταν πριν.
-
“Μα, γιατρέ”,
τον διέκοψε ο Γιάννης Κουτσοπόδης, “εγώ ξέρω ότι μπορώ να κολυμπήσω, να τρέξω,
ακόμα και να χορέψω. Ευτυχώς, έχω μάθει να χειρίζομαι άριστα την αναπηρική μου
καρέκλα και τίποτ’ απ’ αυτά δεν μου είναι εμπόδιο.”
Ο γιατρός τον
ηρέμησε και συνέχισε να του εξηγεί. Οπωσδήποτε, δεν είχε τίποτα εναντίον στο να
συνεχίσει να κάνει τα ίδια πράγματα˙ αντιθέτως, ήταν πολύ σημαντικό να μην τα
παρατήσει. Απλώς, ήταν δύσκολο να συνεχίσει να προσπαθεί να τα μοιραστεί με
τους παλιούς του φίλους.
Ο ψυχίατρος
εξήγησε στον Γιάννη ότι, στην πραγματικότητα, μπορούσε να κολυμπήσει, αλλά θα έπρεπε να συναγωνιστεί αυτούς που είχαν
την ίδια δυσκολία με τον ίδιο… Ότι μπορούσε να πάει για χορό, αλλά σε
κάποια λέσχη με άλλους που επίσης δεν θα είχαν πόδια… Μπορούσε να προπονείται
δίπλα στη θάλασσα, αλλά θα έπρεπε να μάθει να το κάνει με άλλους ανάπηρους. Ο
Γιάννης έπρεπε να καταλάβει ότι οι φίλοι του δεν θα ήταν πια μαζί του όπως
πριν, γιατί τώρα οι συνθήκες μεταξύ τους
ήταν πολύ διαφορετικές… Δεν ήταν πια όμοιοι. Για να μπορέσει να κάνει αυτά
που επιθυμούσε -και άλλα περισσότερα-, θα ήταν καλύτερα να συνηθίσει να τα
κάνει με τους ομοίους του. Θα έπρεπε, λοιπόν, να αφιερωθεί στο να δημιουργήσει νέες σχέσεις με ανθρώπους
σαν κι αυτόν.
Ο Γιάννης
αισθάνθηκε σαν να τραβήχτηκε ένα πέπλο μέσα στο μυαλό του, κι αυτή η αίσθηση
τον γαλήνεψε.
-
“Είναι
δύσκολο να σας εξηγήσω πόσο ευγνώμων σας είμαι για τη βοήθεια σας, γιατρέ”,
είπε ο Γιάννης. “Με έφεραν εδώ οι φίλοι σας σχεδόν με το ζόρι, αλλά τώρα βλέπω
πως είχαν δίκιο. Κατάλαβα το μήνυμα σας και σας βεβαιώνω πως θα ακολουθήσω τις συμβουλές σας,
γιατρέ. Ευχαριστώ πολύ, η επίσκεψη μου εδώ ήταν πραγματικά πολύ χρήσιμη.”
“Νέες σχέσεις
με ανθρώπους σαν κι εμένα”, επαναλάμβανε ο Γιάννης για να μην το ξεχάσει. Και
τότε, ο Γιάννης Κουτσοπόδης βγήκε από το ιατρείο και γύρισε σπίτι του. Έβαλε
μπρος το ηλεκτρικό του πριόνι… Σχεδίαζε να κόψει τα πόδια όλων των φίλων του,
κι έτσι να “δημιουργήσει” κάποιους σαν
κι αυτόν.»
Αυτά συμβαίνουν στο διδακτικό κόσμο των παραμυθιών.
Στη πραγματική ζωή, υπάρχουν πολλοί τρόποι να
δημιουργήσουν οι άνθρωποι τις κατάλληλες συνθήκες που θα τους οδηγήσουν στην
επιτυχία, την ευημερία, τη γαλήνη κι εν τέλει στην …ευτυχία. Μένει, αυτοί να
επιλέξουν αν θα ενεργοποιήσουν τα αντικειμενικά κύτταρα της λογικής τους ή θα
αναζητήσουν υποκειμενικές λύσεις που θα προσφέρονται προς εξυπηρέτηση ιδίων
συμφερόντων ή που θα αποτελούν τις γνωστές σε όλους “εύκολες” λύσεις, όπως αυτή
του Γιάννη Κουτσοπόδη. Στη
λογική του, η “δημιουργία ομοίων, σαν
αυτόν” φάνταζε ευκολότερη λύση από την αναζήτηση νέων συμπασχόντων˙ ή καλύτερα,
η δεύτερη δεν υπήρχε καθόλου στον πίνακα των επιλογών του…
Στην
Ελλάδα, φαίνεται ότι η ιστορία μας βρίσκει ακριβή εφαρμογή με ό,τι αυτό
συνεπάγεται, από την οικονομία μέχρι την πολιτική κι εν τέλει την κοινωνία. Δυστυχώς,
σε μας τους Έλληνες με την κοντή μνήμη, τη μυωπική αντιμετώπιση κι επιπόλαιη κρίση,
η ευφυΐα μας εξαντλείται στις παροδικές και πρόσκαιρες λύσεις. Περιοριζόμαστε
στην ετοιμολογία μας, αγνοούμε ή δεν προβλέπουμε ή δεν μας ενδιαφέρει “βρε
αδελφέ” να προβλέψουμε τις μεσοπρόθεσμες συνέπειες των επιλογών μας, πόσο δε
μάλλον τις μακροπρόθεσμες.
Ευφυΐα
όμως δεν είναι αυτό. Δεν αποτελεί ευφυΐα η “ψευτοκοροϊδία” της Τρόικας με την άρον
άρον δημοσίευση ενός νόμου (Ν. 4223/31-12-2013) που μεταξύ άλλων προέβλεπε
το υπολογισμό του φόρου υπεραξίας στα ακίνητα που “μαγειρευόταν” καιρό και που,
όλοι πλην αυτής, γνώριζαν ότι πρακτικά δεν μπορεί να εφαρμοστεί έτσι στην
κτηματαγορά της χώρας μας. Μετά τη “βασιλόπιτα” τα προβλήματα θα ήταν πάλι εκεί
και θα περίμεναν λύσεις από τους ίδιους ανθρώπους. Για να αρχίσει ξανά μια
συζήτηση με αβέβαιο και πάλι αποτέλεσμα, τρεις μήνες μετά και με ανυπολόγιστη
ζημία στα ελλειμματικά ταμεία του κράτους…
Το
σίγουρο είναι ένα. Σε αυτή τη φαυλότητα, ο πολίτης -που διαθέτει και την
υπέρτατη δημοκρατική ιδιότητα, του “εκλέκτορα” ή ψηφοφόρου, δεν είναι διόλου αμέτοχος
όπως όλοι μας κατά καιρούς υποστηρίζουμε, αλλά φέρει ο ίδιος το μεγαλύτερο
βάρος των δικών του επιλογών. Κι αν θέλει, μπορεί να διακριθεί από τον Γιάννη
Κουτσοπόδη…
Αυτό,
θα είναι πραγματική ευφυΐα!
Σημείωση: Η ιστορία αντλήθηκε
από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι, Ιστορίες
να σκεφτείς, με θεματικό τίτλο “Γιάννης
Κουτσοπόδης ή η τέχνη του να εξισώνεις προς τα κάτω” Αθήνα, Εκδόσεις Όπερα,
2012, σελ. 35 επ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου