Ένας φίλος, που το “ένας” τον
αδικεί, μου έστειλε απρόσμενα την παρακάτω επιστολή. Χωρίς τα σχολιάσω το
παραμικρό, θεωρώ χρέος μου να τη μοιραστώ μαζί σας και να διαφυλάξω την
ανωνυμία του εμπνευστή.
«Αγαπημένε μου φίλε, Φάνη,
Είμαι σίγουρος ότι ξαφνιάζεσαι! Δικαίως! Έχουν περάσει πολλά χρόνια από
τότε που οι παγωμένες μπύρες συντρόφευαν τις καλοκαιρινές μας συζητήσεις, στην
υπέροχη ταράτσα σου. Θυμάσαι;
Ε λοιπόν, η αναπόληση αυτών των ατελείωτων συζητήσεων για το μέλλον μας, τα “θέλω” μας, τα “μπορώ” μας, ήταν η αφορμή για να σου γράψω. Κι ήμουν σίγουρος ότι θα έβρισκα ένα τρόπο να σου στείλω τις σκέψεις μου. Βλέπεις, η τεχνολογία που τότε, απλά μας βοηθούσε στο πανεπιστήμιο, σήμερα, παίζει κυρίαρχο ρόλο στη ζωή μας και το facebook αποδεικνύεται πολλές φορές πιο χρήσιμο από ό,τι φαντάζει να είναι.
Βρήκα αμέσως το mail σου, το κινητό σου (που δεν άλλαξες, αλλά ποτέ δεν έκανα τον κόπο να δοκιμάσω), πού δουλεύεις, αποκωδικοποίησα τί ενδεχομένως έχεις κάνει από τότε στη ζωή σου, αφού δεν θα μπορούσες -όσο σε ξέρω- να μην έχεις ένα επαγγελματικό profile.
Σε ό,τι αφορά εμένα, επιγραμματικά σου αναφέρω ότι τελείωσα κι εγώ την πολλά υποσχόμενη –τουλάχιστον ακαδημαϊκά– σχολή μας, έφυγα στο εξωτερικό κι έκανα ένα αρκετά εξειδικευμένο μεταπτυχιακό, προσαρμοσμένο όσο γίνεται στη δουλειά μου και τώρα…
Τώρα, σου γράφω γιατί έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, αξία έχει
τελικά να γυρνάς πίσω, να αξιολογείς την επιτυχία ή αποτυχία των παλιών σου
στόχων και να κρίνεις, με περισσότερη εμπειρία, του νέους που θέτεις!
Φίλε μου,
Δεν σου κρύβω ότι είμαι …απογοητευμένος! Και γι’ αυτό σου γράφω. Γιατί,
απ’ όσο θυμάμαι, ήσουν πάντα εκεί για όλους, όταν είχαν κάτι σημαντικό να
μοιραστούν μαζί σου, ευχάριστο ή δυσάρεστο. Και μετά χάθηκες… Πόσο μου έλειψαν αλήθεια
αυτές οι συζητήσεις…;
Τώρα λοιπόν, σχεδόν 10 χρόνια μετά, νοιώθω την ανάγκη να κάνω
αυτοκριτική. Κι επειδή πάντα αυτό μου έλεγες: “Τι θέλεις;, Τι σε «γεμίζει»;,
Είσαι εντάξει με τον εαυτό σου;”, γυρνώ για να σου πω ότι είναι ΜΑΤΑΙΟ, φίλε!
Μάταιο… Είναι μάταιο, γιατί ήμασταν 20 και προβληματιζόμασταν για τα 30… Πώς θα
είμαστε, με τι επαγγελματικό status και
καριέρα, πόσα λεφτά θα βγάζουμε, πόσες γκόμενες θα “παίζουμε”, πόσο “γεμάτοι”
θα νιώθουμε συναισθηματικά, πόσες
τεκίλες θα πίνουμε και πόσο sex θα αντέχουμε να κάνουμε με τις καλλίτερες
γυναίκες που κυκλοφορούν…;
Και με αυτά, και με άλλα, αρχίσαμε τη ζωή μας. “Ρουφήξαμε” τα βιβλία του management, δουλεύαμε και σπουδάζαμε ταυτόχρονα, κουραζόμασταν, αλλά τα βράδια βγαίναμε έξω με αρκετό κέφι και το πρωί πάλι ήμασταν μάχιμοι στις υποχρεώσεις μας.
Θέλαμε το καλύτερο
για τον εαυτό μας και τους “γύρω” μας (αχ, αυτοί οι “γύρω” μας) και βάζαμε πάντα
υψηλούς, έως και ανέφικτους, στόχους. Και μέχρι τώρα, τα καταφέραμε, γιατί
αποδειχθήκαμε ικανοί και άξιοι! Τώρα όμως, όλα φαίνονται να έχουν αλλάξει…
ακόμα και η φράση, που για ένα διάστημα είχες κάνει σλόγκαν: “ΕΜΕΙΣ, ΟΛΑ ΤΑ
ΜΠΟΡΟΥΜΕ”. Θυμάσαι, ρε;
Σήμερα, “τρώω” από αυτά που 10 χρόνια τώρα, με κόπο, κατάφερα να μαζέψω
στην πιο νεαρή μου, επαγγελματικά, ηλικία. Και μιλάω σε α’ ενικό, γιατί δεν ξέρω
και δεν δικαιούμαι να μιλήσω και για σένα. Πηγαίνω στο καλόγουστο γραφείο μου κάθε
μέρα με δυσκολία και κακή διάθεση, γιατί συνειδητοποιώ ότι τελικά, το μέλλον της
επιχείρησής μου δεν εξαρτάται από μένα. Και εκνευρίζομαι περισσότερο όταν
επιβεβαιώνω ότι στα πλαίσια της ευρύτερης οικονομικής δυσπραγίας, μάλλον ελάχιστα
εξαρτώνται από μένα… Βλέπεις, η δουλειά μου επηρεάζεται άμεσα από την περιρρέουσα
ατμόσφαιρα! Δουλεύω πολλές ώρες χωρίς αποτέλεσμα, περικόπτω δαπάνες στο
ελάχιστο, και πάλι δεν έχω ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Συντηρώ το σπίτι μου με δυσκολία, αφού αποφάσισα πριν από 5 χρόνια να
αφήσω το πατρικό μου και τους γονείς μου, χαίρομαι αναγκαστικά το
αυτοκίνητό μου, γιατί απλά δεν αξίζει
ούτε για να το ανταλλάξω με ένα μικρότερο και οικονομικότερο, και το χειρότερο…
Δεν χαλαρώνω ποτέ! Πάντα γυρνά στο μυαλό μου η ερώτηση: “Τι θα γίνει;”… Άσε
που, τον τελευταίο καιρό οι ενοχλήσεις στο στομάχι κάνουν επίσημη πρεμιέρα!!! Όπως
τότε…
Είμαι 30! Έχω μπροστά μου την πιο δημιουργική δεκαετία, κι ενώ προγραμματίζω
για την επιχείρησή μου, που αντιστέκεται ακόμα, μου έρχεται ένας νέος φόρος,
ένα νέο τεκμήριο, κάτι που δεν είχα προϋπολογίσει κι αρχίζω πάλι από την αρχή… Μέχρι
πότε, ρε μεγάλε, θα αρχίζουμε από την αρχή; Αν είναι έτσι, να το κάνουμε μια
και καλή, ριζικά! Να φύγουμε, να πάμε αλλού, έξω! Δεν σου κρύβω ότι το κοίταξα,
παρά το γεγονός ότι για διάφορους λόγους, κυρίως έξω από μένα, δεν μπορώ να
φύγω. Αλλά κι έξω φαίνεται ότι τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα. Ώρες, ώρες σε οικτίρω γιατί θυμάμαι τις
θεωρίες σου περί παγκόσμιου οικονομικού πολέμου και τις συνέπειες του ανεξέλεγκτου καπιταλισμού στην
καθημερινότητα, που στα χρόνια της φοιτητικής μας πώρωσης ανέπτυσσες…
Δεν αντέχω άλλο!!! Δεν μπορώ
από τη μια, να αναγνωρίζομαι, να θεωρούμαι ικανός, να κερδίζω την
εμπιστοσύνη των πελατών μου για τη διαχείριση σημαντικών θεμάτων τους, και από
την άλλη, η χώρα μου να μου “κόβει τα φτερά”… Δεν αντέχω να θυσιάζω το “είναι” μου,
που δυσκολεύτηκα να δημιουργήσω, στο βωμό των λαθών που δεν έκανα… Δεν αντέχω επίσης,
το ρόλο του, κάποτε προκλητικού, τίτλου του manager. Δεν μπορώ
άλλο να κρύβω το άγχος μου, την αβεβαιότητα και την ανησυχία από τους συνεργάτες
μου, για να μην τους επηρεάσω. Δεν αντέχω να κρύβομαι και από τους δικούς μου
ανθρώπους για να μην τους στεναχωρήσω.
Γι’ αυτό, σου γράφω. Γιατί πάντα μπορούσα να σε εμπιστευτώ, να σου εκμυστηρευτώ
πώς νοιώθω χωρίς να με νοιάζει τίποτα κι επειδή τελικά, ακόμα κι έτσι, ήδη
νιώθω καλύτερα…
Ένας παλιός σου φίλος,
Μ.»
Όντως, με ξάφνιασες, φίλε! Και πριν
συνέλθω, έχω μόνο ένα να σου πω: “ΥΠΟΜΟΝΗ” Ξέρεις εσύ…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου